Το βιβλίο Λαϊκός Πόλεμος- Λαϊκός Στρατός αποτελεί μια συλλογή κειμένων, ομιλιών και άρθρων, ένα πρωτόλειο αλλά και κατατοπιστικό δείγμα της πολιτικής και στρατιωτικής αντίληψης του στρατηγού Βο Νγκουγιέν Γκιάπ. Τοποθετημένο ιστορικά την περίοδο 1945-1954, άπτεται της πρώτης φάσης του επαναστατικού πολέμου του λαού του Βιετνάμ απέναντι στον Γιαπωνέζικο, Γαλλικό και Αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Αποτελεί ένα κάλεσμα μάχης και αγώνα, ειδικά σε μια εποχή σαν τη δικιά μας. Μια τρανή απόδειξη πως η οργάνωση των λαϊκών στρωμάτων, η επιμονή, η υπομονή και οι αναγκαίες τακτικές προσαρμογές που απαιτεί ένας μακροχρόνιος αγώνας, οδηγούν στην επιβολή της κοινωνικής- ταξικής δικαιοσύνης ακόμη και απέναντι στον σκληρότερο ιμπεριαλισμό.
Δομικά, το βιβλίο αρθρώνεται σε 4 κεφάλαια που καταλήγουν στην οριστική απελευθέρωση του Βορείου Βιετνάμ και την οικοδόμηση της Λαϊκής Δημοκρατίας. Αντί εισαγωγής, έχουμε επιλέξει μια βιογραφική προσέγγιση για την ζωή και την διαδρομή του Γκιάπ. Αντί επιλόγου, ένα 5ο κεφάλαιο με παραρτήματα.
Η τακτική του ανταρτοπολέμου και του πολέμου κινήσεων που χρησιμοποίησε ο Γκιάπ διδάσκεται ακόμη και από το Ν.Α.Τ.Ο. Ωστόσο, στην Ελλάδα- πέρα από μια παράνομη προσπάθεια έκδοσης του έργου του κατά τη διάρκεια της δικτατορίας- δεν έχει υπάρξει καμία συγκροτημένη προσπάθεια συγκέντρωσης και ανάδειξής του. Υπήρξε στρατιωτικός επικεφαλής του Λαϊκού Στρατού του Βιετνάμ που κατόρθωσε να ντροπιάσει μοντέρνους και πάνοπλους τακτικούς στρατούς που ασκούσαν ιμπεριαλιστική πολιτική. Όπως ”αδύναμος” ήταν ο λαός του Βιετνάμ απέναντι στην γιγάντια πρόκληση που είχε να αντιμετωπίσει, έτσι και αυτός δεν είχε καμία εκπαίδευση πάνω στο ζήτημα του επαναστατικού πολέμου. Υπήρξε αυτοδίδακτος στο κομμάτι της αναγκαίας στρατιωτικής θεωρίας που απαιτούσε η θέση του. Κατανόησε τον Μαρξισμό- Λενινισμό και τον εφάρμοσε κατά την διάρκεια της οικοδόμησης της ένοπλης επαναστατικής δύναμης του Βιετνάμ, μελετώντας τόσο τις ιδιαίτερες συνθήκες της πατρίδας του όσο και του γεωγραφικού πεδίου στο οποίο έπρεπε να αναπτυχθεί.
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου αποτελεί κατά βάση ένα συγκεντρωτικό εισαγωγικό κεφάλαιο. Παρουσιάζει περιληπτικά το γεωγραφικό πεδίο διεξαγωγής του επαναστατικού πολέμου. Δίνει τις απαραίτητες ιστορικές πληροφορίες ώστε να γίνει σαφής η μακρά ιστορία του λαού του Βιετνάμ στον απελευθερωτικό αγώνα. Την σταδιακή ένταξη του Βιετνάμ στην Γαλλική Ινδοκίνα, μαζί με την Καμπότζη και το Λάος. Την πλατιά αμυντική διάταξη του Βιετναμέζικου λαού από την πρώτη στιγμή της Γαλλικής επιθετικότητας. Τις νέες συνθήκες που εμφανίστηκαν στο Βιετνάμ με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Την τακτική και τη στρατηγική του Κόμματος των Εργαζομένων μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες. Πραγματοποιεί μια σύνοψη της 9ετιας 1945-1954 μέσα στην οποία εξελίχθηκε ο εθνικο-απελευθερωτικός πόλεμος. Παρουσιάζει τα θεμελιώδη προβλήματα του πολέμου σε σχέση με το υποκείμενο του αγώνα, την ταξική διαστρωμάτωση, την υπεροπλία των δυνάμεων του εχθρού, την αναγκαιότητα του μακροχρόνιου αγώνα, τη σύνδεση της οικονομίας με τις ανάγκες του πολέμου και την αναγκαία μετωπική πολιτική για την οριστική νίκη. Τέλος, παραθέτει τους συντελεστές της επιτυχίας, τη δίκαιη φύση του απελευθερωτικού πολέμου, την αναγκαιότητα ύπαρξης λαϊκής επαναστατικής ένοπλης δύναμης, τον κομβικό ρόλο του Ενιαίου Εθνικού Μετώπου, των δομών λαϊκής εξουσίας, της κεντρικής διεύθυνσης και της διεθνιστικής αλληλεγγύης.
Το δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου αποτελεί ομιλία του Βο Νγκουγιέν Γκιάπ για την 15η επέτειο ίδρυσης του Λαϊκού Στρατού του Βιετνάμ. Αποκρυσταλλώνει τα κοινά χαρακτηριστικά των λαϊκών επαναστατικών στρατών, την δίκαιη φύση του επαναστατικού πολέμου οπουδήποτε και αν εξαπολύεται αλλά και τις υπαρκτές ιδιομορφίες τους. Εξειδικεύει τόσο στο ζήτημα των ιδιόμορφων χαρακτηριστικών του απελευθερωτικού πολέμου στο Βιετνάμ όσο και του ίδιου του Λαϊκού Στρατού. Από τη μία, η επαναστατική αλλαγή δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί με μια αστραπιαία νίκη ή σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο ίδιος ο πόλεμος είχε μακροχρόνιο χαρακτήρα και αυτό έπρεπε να γίνει κτήμα της πλειοψηφίας του λαού. Έπρεπε αυτή η αντίληψη να είναι κοινή, κατανοητή από τα ανώτερα πολιτικά και στρατιωτικά όργανα μέχρι την βάση. Η επιλογή του αντάρτικου, ως πολέμου μιας στρατιωτικά κατώτερης δύναμης και η σταδιακή μετεξέλιξή του σε πόλεμο κινήσεων, η διαρκής διεκδίκηση χιλιοστών γης στα μετόπισθεν του εχθρού και η δημιουργία νέων εμπροσθοφυλακών ήταν μια μακροχρόνια υπόθεση. Από την άλλη, παρουσιάζονται τα δομικά πολιτικά χαρακτηριστικά του Λαϊκού Στρατού. Ενός στρατού με επιδίωξη: Εθνική, για την απελευθέρωση από τον ιμπεριαλιστικό ζυγό. Δημοκρατική, για τα δημοκρατικά ιδεώδη του λαού και για την υπεράσπιση της λαϊκής δημοκρατικής εξουσίας. Λαϊκή, για τα συμφέροντα των εργαζομένων, των εργατών και των αγροτών. Ακόμη, αναλύεται η εσωτερική του λειτουργία, η ανάγκη για την διαρκή διαπαιδαγώγηση με σκοπό το ανέβασμα της πολιτικής συνείδησης και το δυνάμωμα της ταξικής θέλησης. Η διατήρηση του ενεργού κοινωνικού ρόλο του στρατού, ως στρατιωτικής δύναμης άμεσα συνδεδεμένης με τις καθημερινές ανάγκες του ντόπιου πληθυσμού. Ολοκληρώνοντας, η πολιτική ισότητα, η ταξική αδερφοσύνη, η εσωτερική δημοκρατία και πειθαρχία, έννοιες που βρίσκονται πάντοτε σε διαλεκτική ενότητα και που χωρίς αυτές καταστρατηγείται η φύση του Λαϊκού Στρατού.
Στο τρίτο κεφάλαιο περιλαμβάνεται ανάλυση του Γκιάπ για το ρόλο του Κόμματος των Εργαζομένων στην καθοδήγηση της ένοπλης πάλης και την οικοδόμηση της επαναστατικής ένοπλης δύναμης, αλλά και τις μεγάλες εμπειρίες που απέκτησε το Κόμμα ως επικεφαλής του αγώνα. Κατ’ αρχήν, αναπτύσσει το ρόλο του Κόμματος στην προετοιμασία της ένοπλης εξέγερσης του Αυγούστου του 1945. Η ορθή απόφαση του Κόμματος των Εργαζομένων του Βιετνάμ να αποσαφηνίσει τον στρατηγικό στόχο της εθνικής απελευθέρωσης στις δοσμένες αντικειμενικές συνθήκες. Η έγκαιρη πολιτική και υλική προετοιμασία των μαζών για το ζήτημα της ένοπλης εξέγερσης. Τα βήματα μέχρι αυτήν, αλλά και οι απαραίτητες τακτικές προσαρμογές που χρειάστηκαν για να βασιστεί πάνω στην παλίρροια της επαναστατικής κίνησης των μαζών. Οι συνθήκες πάνω στις οποίες έπρεπε να ξεσπάσει. Η επιτυχής εναρμόνιση με την πλεονεκτική διεθνή συγκυρία. Έπειτα, παρουσιάζει τα διδάγματα της επιτυχημένης καθοδήγησης του μακρόχρονου αντιστασιακού πολέμου απέναντι στους Γάλλους και Αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Αποτιμά θετικά την πολιτική απόφαση του Κόμματος να συνενώσει ολόκληρο το λαό, σε έναν ολοκληρωτικό Λαϊκό Πόλεμο. Τονίζει την μέγιστη σημασία της υπεράσπισης των κατακτήσεων των Λαϊκών Δημοκρατιών, της ουσιαστικής αλλαγής που οδήγησε πλήθος εργαζόμενων, εργατών και αγροτών να συνταχθούν στον Λαϊκό Στρατό του Βιετνάμ. Την μη οπισθοχώρηση από την αρχική επιλογή της ειρήνης που συνοδεύτηκε από την ταυτόχρονη οικοδόμηση μηχανισμών για τον νέο απελευθερωτικό πόλεμο. Την αταλάντευτη στάση του Κόμματος στη γραμμή της εθνικής δημοκρατικής επανάστασης, του ταυτόχρονου αγώνα απέναντι στην εξάρτηση και την φεουδαρχία. Την τακτική του Κόμματος σε σχέση με το αγροτικό ζήτημα αλλά και την ενότητα σε πολιτικό-οικονομικό- πολιτιστικό επίπεδο. «Τα πάντα για το μέτωπο, τα πάντα για τον αγώνα». Την μετατροπή των αδυναμιών του Βιετναμέζικου λαού σε πλεονεκτήματα, μέσα από την πολιτική επιλογή του μακροχρόνιου επαναστατικού πολέμου. Παρουσιάζεται σταδιακά ο μετασχηματισμός του ανταρτοπόλεμου σε πόλεμο κινήσεων, η γιγάντια ιδεολογική δουλεία που χρειάστηκε για την οικοδόμηση μιας κοινής πολιτικής-στρατιωτικής αντίληψης σε σχέση με την υπομονή και την επιμονή που χρειαζόταν ένας τέτοιου είδους αγώνας. Η οικοδόμηση ενός πολιτικού-στρατιωτικού-οικονομικού μηχανισμού ο οποίος θα ήταν αυτάρκης. Τέλος, καταλήγει στον καθοδηγητικό ρόλο του Κόμματος στην οικοδόμηση των Λαϊκών Επαναστατικών Ένοπλων Δυνάμεων. Αναφέρεται στους προγόνους του Λαϊκού Στρατού, τις εμβρυακές ένοπλες ομάδες που ενοποιήθηκαν στο Λαϊκό Στρατό του Βιετνάμ. Αποκρυσταλλώνει την ταξική φύση του Λαϊκού Στρατού, τον κομβικό ρόλο του Κόμματος στην καθοδήγηση και την επιτυχία ενός νεαρού ηλικιακά Στρατού, χωρίς εμπειρίες μάχης ανάλογες με τους σύγχρονους τακτικούς στρατούς. Παρουσιάζει την πολιτική-οργανωτική λειτουργία του Στρατού, τη σύνδεσή του με το Κόμμα, αλλά και τον εξέχοντα ρόλο της πολιτικής δουλειάς στο εσωτερικό του, τη διαπαιδαγώγηση στη βάση τόσο του γνήσιου πατριωτισμού, όσο και του προλεταριακού διεθνισμού και την αναγκαία διασφάλιση των συντροφικών σχέσεων μεταξύ των στρατιωτών. Τέλος, αναλύει ενδελεχώς την επίλυση του εξοπλιστικού ζητήματος, της πολιτοφυλακής και της ανάπτυξης των εφεδρειών.
Το τέταρτο κεφάλαιο αποτελεί μια αυτούσια ομιλία του στρατηγού για την επέτειο της νίκης του Ντιέν Μπιέν Φου. Αποτελεί μια μακροσκελή περιγραφή της μάχης και της νίκης που συγκλόνισε την διεθνή πολιτική σκηνή και άλλαξε τον πολιτικό συσχετισμό προς όφελος των Βιετναμέζων. Παρουσιάζει συνοπτικά το περίγραμμα της κατάστασης των εχθροπραξιών, τη στρατηγική κατεύθυνση του Κόμματος σε σχέση με την αλλαγή τακτικής των Γάλλων ιμπεριαλιστών για να καταλήξει στην εκστρατεία του Ντιέν Μπιέν Φου. Η αποφασιστικότητα του στρατού για νίκη και η αφοσίωση του απλού λαού, με όποιο μέσο έβρισκε, στην υπηρεσία του μετώπου, συγκλονίζουν. Απέναντι στις χιλιάδες προμήθειες των Γάλλων ιμπεριαλιστών και την υποστήριξη των Αμερικάνων απαντούσε με εφοδιοπομπές με καμιόνια που πέρναγαν βουνά, ποτάμια και δάση. Απέναντι στη βροχή από βόμβες, εθελοντές από τη νεολαία μετέφεραν προμήθειες στο κεντρικό μέτωπο. Ο στρατός και ο λαός ήταν ένα σώμα. Η εκστρατεία του Ντιέν Μπιέν Φου κράτησε 55 μέρες και νύχτες, από τις 13 Μάρτη ως τις 7 Μάη 1954. Ο Λαϊκός Στρατός του Βιετνάμ βρέθηκε να πολιορκεί ένα περιχαρακωμένο στρατόπεδο, που οι εχθροί του θεωρούσαν απροσπέλαστο. Η πίστη, η αφοσίωση στο όραμα της νίκης και της απελευθέρωσης έκαναν το όνειρο πραγματικότητα, κόντρα σε ένα κατά πολύ ισχυρότερο αντίπαλο. Όπως αναφέρει στο τέλος του 4ου κεφαλαίου ο στρατηγός: «Θέσαμε εκτός μάχης 16.200 εχθρικά στρατεύματα, ένα στρατηγό, 16 συνταγματάρχες, 1749 αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, καταρρίψαμε ή καταστρέψαμε 62 αεροπλάνα όλων των τύπων, κατασχέσαμε όλο τον εξοπλισμό και τα πυρομαχικά του εχθρού, και περισσότερο από 30.000 αλεξίπτωτα».
Το βιβλίο Λαϊκός Πόλεμος- Λαϊκός Στρατός είναι ένα κάλεσμα υπεράσπισης της συλλογικής κληρονομιάς του αγώνα, της δικής μας παγκόσμιας λαϊκής ιστορίας. Των δικών μας θησαυρών, των πυξίδων που μας υπενθυμίζουν ότι τα σκοτεινά νερά της πραγματικότητας ίσως να μην είναι και τόσο αχαρτογράφητα. Ότι από το ψηφιδωτό της επαναστατικής διαδικασίας του 20ου αιώνα, εμείς ακόμη εμπνεόμαστε, μα πάνω από όλα διδασκόμαστε. Φέρνοντας αυτά τα εργαλεία στην επιφάνεια, να οργανώσουμε βήμα- βήμα την τακτική και στρατηγική του δικού μας αγώνα στην Ελλάδα, τη δικιά μας υλική αντιπαράθεση με τον ιμπεριαλισμό, την ντόπια ολιγαρχία και το φασισμό.