Αυτό, το οποίο για μας είναι το κύριο, είναι το αν το εγχείρημά μας απαντάει με τη δράση του σε πρακτικές ανάγκες της ταξικής πάλης, αν στοιχίζεται με τον αντικειμενικό χαρακτήρα αυτής και αν γειώνεται με την απτή – υλική πραγματικότητα του
προλεταριάτου και των εκμεταλλευόμενων. Συνεπώς, δεν έχουμε καμία διάθεση να το παίξουμε «αυτόκλητη και φωτισμένη πρωτοπορία», ούτε «ξερόλες», ούτε «μεγάλοι θεωρητικοί του μαρξισμού και της ανταγωνιστικής θεωρίας», ούτε να επεξεργαστούμε καμία «γραμμή στρατηγικής για την τάξη» και πάει λέγοντας. Αντίθετα, θέλουμε να λειτουργήσουμε ως ένας εξωστρεφής κόμβος παραγωγής πράξης, πρακτικής, αγωνιστικότητας, μαχητικότητας, παραδείγματος και κουλτούρας, ο οποίος σε μια πορεία θα έχει την ικανότητα και την επάρκεια να δημιουργεί και να προ-καλεί αντίστοιχα δίκτυα,
μέσα στην κοινωνία, είτε αυτά αφορούν τον χώρο παραγωγής, είτε τη γειτονιά είτε το πιο διάχυτο/ μητροπολίτικο πεδίο, στην κατεύθυνση είτε της αμυντικής είτε της επιθετικής περιφρούρησης αγώνων και αγωνιστών απέναντι σε εξάρτηση – κεφάλαιο – κράτος – φασισμό.
Οι φιλοδοξίες μας και οι βουλήσεις μας δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το να καταγραφούμε στην ιστορία του κοινωνικού ανταγωνισμού ως άλλη μια «ομαδούλα» που πέρασε και έφυγε. Δεν αγχωνόμαστε καθόλου για το αν θα έχουμε οποιαδήποτε (και καλά) «θεωρητική συμβολή». Τα ζητήματα της «καθαρότητας», της «ταξικότητας» και της «ορθής γραμμής» μας αφήνουν παγερά αδιάφορους και τα χαρίζουμε ευχαρίστως στους «ειδικούς και επαΐοντες της πολιτικής». Αντίθετα αυτό που μας καίει, είναι αν με τη δράση μας θα
συμβάλλουμε με πραγματικούς – υλικούς όρους στην εργατικής – κοινωνική αντίσταση και αντεπίθεση – το αν μέρα με τη μέρα μέσα από τη δράση και μέσα στην ίδια τη δράση θα γινόμαστε πιο επαρκείς, ικανοί και αποτελεσματικοί στο να ορθώνουμε εμπόδια στον αντίπαλο, στο να παραδειγματίζουμε και
να παρακινούμε.
Ζούμε την εποχή των τεράτων και αν έχουμε ένα ιστορικό καθήκον, αυτό είναι να σταθούμε ο ένας πλάι στον άλλο και να χαράξουμε τις δικές μας Κόκκινες Γραμμές…